ΙΣΤΟΡΙΑ ΧΟΡΟΥ I
Ο χορός στην Αρχαία Ελλάδα
Η δημιουργία του κόσμου ξεκίνησε σαν χορός...Έτσι έλεγαν οι αρχαίοι και συνταυτίζανε την κίνησή του με τον Έρωτα, τον συμπαντικό αντισταθμιστικό νόμο, που ρυθμίζει την αγαστή συνύπαρξη των ουρανίων σωμάτων έτσι ώστε τα πάντα να προχωρούν, να στροβιλίζονται σε έναν αέναο ρυθμό και τίποτε να μην εμποδίζει την πορεία κανενός....Αυτή και η έννοια του θείου, αυτού που θέει δηλαδή, τρέχει, και ταυτόχρονα θέτει, τακτοποιεί διευθετεί....Αυτή και η δράση του Δία, του μεγάλου Διαιτητή, που διασταθμίζει τον "βίοτον", τη ζωή δηλαδή, από το χαώδες και το θηριώδες, δημιουργώντας τάξη και αρμονία, ιδανικές συνθήκες ύπαρξης.... Από τους Αρχαίους Έλληνες γινόταν η χρήση των όρων: Ορχούμαι και Χορεύω. Το ρήμα χορεύω για τους αρχαίους Έλληνες σήμαινε, εκτελώ ρυθμικές κινήσεις σύμφωνα με τη μουσική και τους στίχους.Στους Νόμους του ο Πλάτωνας λέει ότι ο χορός ταυτίζεται με την εκπαίδευση και ότι ο ακαλλιέργητος άνθρωπος είναι Αχόρευτος ενώ ο μορφωμένος είναι προικισμένος με το Χορό..Ὀρχηστής ο χορευτής, αλλά και ο πολεμιστής στην ομηρική γλώσσα, κι ο μεγάλος ποιητής διευκρινίζει πώς όταν χρησιμοποιεί με αυτήν την σημασία την λέξη έχει εγκωμιαστική πρόθεση....Ο Λουκιανός έλεγε πως οι πολεμιστές, μέσα από την χορευτική εκγύμναση, γίνονται περισσσότερο ικανοί στην πολεμική δράση, στους ωθισμούς, στις περιπλοκές στους λυγισμούς...Τον χορευτή που ξέρει πώς να πέφτει στο έδαφος και στη συνέχεια πώς να σηκώνεται με ευχέρεια μην τον φοβάσαι, συμβούλευε ο Λουκιανός...Αυτόν τον πολεμιστή ποιος αντίπαλος μπορεί να τον αντιμετωπίσει;....Κι όταν κάποιος πεθαίνει...έτσι ηρωικά και λεβέντικα....με τον χορό.... κατευοδώνεται στον Κάτω Κόσμο....στον Άδη....Γι' αυτό και ο Αχιλλέας μέσα στον πόνο του, θέλοντας να τιμήσει τον Πάτροκλο......χόρεψε με τους Μυρμιδόνες πυρρίχειο γύρω από την νεκρική σορό του φίλου και συμπολεμιστή του, την ώρα που αυτή καιγόταν...Κι ας ήξερε ότι πολύ σύντομα θα ακολουθούσε τον ίδιο δρόμο...Μία έννοια αρετής αδιαπραγμάτευτη....Αυτή που ισοφαρίζει τον θάνατο με την δύναμη της ζωής που χορεύει.....
Αγγελική Κομποχόλη - Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
istoria
O Χορός στην Αρχαία Ελλάδα και οι Ηδυπαθείς Χοροί
Οι χοροί των αρχαίων Ελλήνων υπολογίζονται σε περισσότερους από 200 και διακρίνονται σε:
Θρησκευτικούς, πολεμικούς, γυμναστικούς, θεατρικούς, ακροβατικούς, βίαιους, πένθιμους, κωμικούς, συμποσιακούς, γαμήλιους, και Ηδυπαθείς: όπως ο Στρόβιλος, η Σχιστάς , η Απόσεισης (χορός της κοιλιάς), κατά τον Αριστοφάνη ήταν ο χορός Κόρδακας, ένας αρχαίος κωμικός και άσεμνος χορός, όπου η γυναίκα, σείει το στήθος , τη μέση και τους γλουτούς καθώς χορεύει, κορδίζεται ή κορδακίζεται. Ο χορός πρέπει στην αρχική του μορφή, να παρίστανε ένα προδωρικό χθόνιο χορό, αφιερωμένο στη λατρεία της θεάς Αρτέμιδος. Ήταν όμως και ο κατ’εξοχήν χορός της κωμωδίας και χαρακτηρίζεται ως γομφικής όρχησης, δηλαδή αισχρώς κινούσα την οσφύν, εξ ού και στην Ελλάδα θεωρείται ως πρόδρομος του γομφικού χορού, δηλαδή του 'χορού της κοιλιάς'. Για πρώτη φορά εμφανίζεται η λέξη “κόρδαξ” το έτος 423 π.Χ, στην κωμωδία “Νεφέλες” του Αριστοφάνη. Εδώ καταγγέλλει, ότι άλλοι συγγραφείς της εποχής του προσπαθούν να κρύψουν την αδυναμία των έργων τους, φέρνοντας μια ηλικιωμένη γυναίκα πάνω στη σκηνή να χορέψει τον κόρδακα.
Ο Δημοσθένης στον δεύτερο ολυνθιακό λόγο κατά του Φιλίππου το έτος 349/348, λέει: Ο Φίλιππος είναι άνθρωπος υβριστής. Καθημερινώς ενδίδει στην ακολασία και οινομανία μετ’ ασέμνων χορών και κορδακισμών. Από τον Θεόφραστο μαθαίνουμε, ότι ο κόρδαξ ήταν λαϊκός χορός ο οποίος χορευόταν σε κατάσταση αμυαλοσύνης. Στην αρχαιότερη κωμωδία, συγκεκριμένα στον Κρατίνο (περίπου 450 π.Χ.) έχουμε μια περιγραφή του: Με κλειστά πόδια εκτελούνται πηδηχτές κινήσεις, με σκυφτό το σώμα προς τα εμπρός και τους βραχίονες, εναλλάξ τεντωμένους - σαν ένα ξίφος - προς τα εμπρός και προς το άνω. Στις τρεις αυτές κινήσεις, που αναφέρονται και στις κωμωδίες του Αριστοφάνη, προστίθενται και το μάζεμα όπως ο πετεινός και το τίναγμα του ενός σκέλους προς τα εμπρός ή πλαγίως και προς τα άνω, έτσι ώστε να εξέχουν επιδεικτικά τα οπίσθια ή οι γοφοί και με ένα πήδημα να εγγίζουν οι πτέρνες τα οπίσθια. Οι χοροί αυτοί χορεύονται τακτικά μόνον από άνδρες και μερικές φορές με γυναικείο ρουχισμό. Όταν χορευόταν από γυναίκες, αυτές έδεναν φαλλούς εμπρός τους. Αυτός ο ελληνικός χορός χορευόταν και την ρωμαϊκή περίοδο στον ελληνικό κόσμο. Στο δείπνο που περιγράφεται στο Σατυρικό του Πετρωνίου, ο ήρωας του Τριμαλχίων λέει, ότι κανένας δεν χορεύει κόρδακα καλύτερα από τη σύζυγό του, την Φορτουνάτα. Ο «Κόρδακας» ή «Κόρδαξ» , είναι ένας από τους αρχαιότερους ελληνικούς χορούς, που χορευόταν με λίκνισμα της μέσης, για επίδειξη αυτής της σημαντικής περιοχής του σώματος. Ο χορός αυτός είχε σκοπό να τραβήξει την προσοχή ερωτικά. Άλλωστε από τη λέξη « Κόρδαξ» προέρχεται και το ρήμα «κορδώνομαι». Για το χορό της κοιλιάς τον « Κόρδακα», γράφει και ο Ιππόλοχος, που εξιστορεί το γάμο του επιφανή άρχοντα της Μακεδονίας Κάρανου, κατά τους Αλεξανδρινούς χρόνους, όπου περιγράφει ένα στιγμιότυπο του γλεντιού, όταν μπήκαν μέσα στην αίθουσα γυναίκες και χόρευαν αυτόν το χορό, λικνίζοντας τη μέση τους και διαδοχικά όλο τους το σώμα. Η ιστορία αυτή, αναφέρεται στους «Δειπνοσοφιστές». Αναφέρεται επίσης, ότι 'στη Γαλιλαία των εθνών', μπροστά στον Ηρώδη, γιου του Ηρώδη του Α΄, ο οποίος ήταν γιος του Αντίπατρου Ελληνικής καταγωγής, και ήταν βασιλιάς της Γαλιλαίας, μπροστά του η Σαλώμη χόρεψε αυτό το χορό, παρ’ όλο που δεν ήταν Ελληνίδα, για να τον ευχαριστήσει, με απώτερο σκοπό τον αποκεφαλισμό του Ιωάννη του Προδρόμου. Το τσιφτετέλι είναι αντικρυστός αυτοσχεδιαζόμενος, γυναικείος χορός στα 2/4, διαδεδομένος τόσο στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια, όσο και στην Ανατολή. Οι μελετητές αναφέρουν ως πιθανότερο τόπο προέλευσής του την αρχαία Ελλάδα, καθώς υποστηρίζουν πώς πρόκειται για τον αρχαιοελληνικό χορό του Αριστοφάνη, κόρδακα. Είναι εντυπωσιακό ότι ακόμα και την περίοδο των Βυζαντινών χρόνων, παρ’ ότι η στάση της Ορθόδοξης όπως και της Καθολικής Εκκλησίας υπήρξε εχθρική απέναντι στους χορευτές, κάποιοι από τους αρχαίους ρυθμούς επιβίωσαν και ενσωματώθηκαν από τα λαϊκά κυρίως στρώματα στις καθημερινές τους εκδηλώσεις. Έτσι οι χοροί αυτής της περιόδου εξακολουθούν να παραμένουν «κύκλιοι» με στοιχεία που παραπέμπουν άμεσα στην σημερινή παραδοσιακή χορευτική πρακτική.
Το Τσιφτετέλλι ανήκει στο γένος των σπασμικών χορών. Χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι, εκτός των σπασμών του άνω σώματος και των κυματοειδών κινήσεων του κορμού, οι σπαρταριστές, σειστές, στροφικές κινήσεις της κοιλιακής χώρας, γεφυροειδείς λυγισμοί όλου του σώματος με ταυτόχρονες αναστροφές των βραχιόνων και των χεριών. Επί το πλείστον και δικαίως χορεύεται από γυναίκες, αφού ο κραδασμός των μαστών, ο στροβιλισμός των γοφών και ο λυγισμός του σώματος βρίσκουν το νόημά τους μόνο στον ερεθισμό του άνδρα. Σημαντικό είναι ακόμη ότι πρόκειται για έναν χορό μοναχικό, που όμως χορεύεται από πολλούς συγχρόνως χωρίς να λαβαίνει τη μορφή του κύκλιου χορού. Ήδη στο σημείο αυτό μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι το τσιφτετέλλι, λόγω του αναμφισβήτητα ερωτικού χαρακτήρα του, αποκλείεται ως χορός της τραγωδίας. Επειδή το τσιφτετέλλι είναι ένας ερωτικός, κυρίως από γυναίκες χορευόμενος, χορός, πρέπει να αναρωτηθούμε, αν και πού ευρίσκεται στην αρχαιότητα ένας παρόμοιος χορός. Εδώ προσφέρεται η Διονυσιακή θρησκεία από τη μία και η λατρεία της Αρτέμιδας από την άλλη, διότι μόνον αυτές οι δύο θεότητες έχουν συνοδείες και μάλιστα τόσο ανδρικές όσο και γυναικείες. Εκτός του Διονύσου αποκαλείται μόνον η Άρτεμις “κελαδεινή”, δηλαδή μαινομένη, μεθυσμένη θεά. Κοινοί και στις δύο λατρείες είναι χοροί οργιαστικοί και φαλλικοί και οι δύο λατρείες είναι επίσης βαθιά ριζωμένες στη λαϊκή θρησκεία.
Ισίδωρος Σκληρός - Ιστορικός Ερευνητής